Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Όταν συναντήσεις κάποιον

«Όταν συναντήσεις κάποιον, ανάγκασε τον εαυτό σου να τον τιμήσει πιο πάνω απ' ότι αξίζει. Χαιρέτισε τον θερμά. Παίνεσε τον. Όταν απομακρυνθεί, πες γι' αυτόν κάθε καλό και τίμιο λόγο. Με τον τρόπο αυτόν θα τον κάνεις καλύτερον απ' ότι είναι. Πάντοτε ο τρόπος αυτός να σε χαρακτηρίζει. Να είσαι δηλαδή ευπροσήγορος πάντοτε και να αποδίδεις την τιμή σε όλους».

Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.


Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στο Θεό.

Καθε πρωι που ξυπνας πρέπει να λες ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στο Θεό
γιατί κάθε μέρα είναι ένα δώρο από εκείνον για σενα...

Υπάρχουν τυχεροί και άτυχοι άνθρωποι;

Υπάρχουν τυχεροί και άτυχοι άνθρωποι; Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν άδικο; Τι είναι η τύχη; Για την ορθόδοξη εκκλησία δεν υπάρχει τύχη.Δεν υπάρχει μοίρα, ειμαρμένη, κισμέτ, απόλυτος προορισμός του ανθρώπου. Σε όλη την αγιογραφική και αγιοπατερική διδασκαλία πουθενά δεν αναφέρεται η πίστη στην τύχη. Οι άνθρωποι τύχη θεωρούν και εκφράζουν ό,τι τους χαρίζει τον έκτακτο πλούτο, τη σωτηρία τους από διάφορους κινδύνους, το κέρδος της ανυψώσεώς τους σε υψηλή θέση. Είναι γεγονός πως δεν υπάρχει πουθενά και ποτέ κάποια δύναμη ανώτερη που να ονομάζεται τύχη. Ούτε μας βοηθά ποτέ το οποιοδήποτε γούρι, χαϊμαλί και μπλε χάντρα. Νομίζουμε πως οι άνθρωποι έχουν επιπόλαια παρασυρθεί από ερασιτέχνες θαυματοποιούς. Ό,τι φαίνεται στους ανθρώπους τυχαίο έχει σίγουρα κάποια βαθύτερη προέλευση. Δεν υπάρχει κανένα πεπρωμένο.
Ο Δημόκριτος λέει πως οι άνθρωποι έφτιαξαν το είδωλο της τύχης ως δικαιολογία για τη δική τους αβουλία. Ο σοφός Σόλων νωρίς είπε, μην εμπιστεύεσαι στην τύχη. Η τύχη δεν είναι να την εμπιστεύεσαι, λέει και ο Χίλων. Υπάρχουν βέβαια και αρχαίοι και νέοι συγγραφείς που πιστεύουν στην τύχη. Ο Αριστοτέλης την τύχη θεωρεί κυρία των περιστάσεων. Ο Σενέκας λέει πως η τύχη τρέμει τον γενναίο, αλλά τρομοκρατεί τον δειλό. Κατά τον Ουγκό η τύχη είναι το υποκοριστικό της προνοίας. Ο Αϊνστάιν έλεγε πως η τύχη είναι το άθροισμα πολλών και διαφόρων συμπτώσεων.
Εμείς πιστεύουμε πως για όλα τα σκαμπανεβάσματα της ζωής υπάρχει η διακριτική, ευγενής και φιλελεύθερη πρόνοια του Πανάγαθου Θεού. Κατά έναν ανθρωπομορφικό τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε άνετα πως ο Θεός αγωνιά για τη σωτηρία μας. Έτσι δίνει τα καλά για να τον ευχαριστούμε και να τον δοξάζουμε. Ο ίδιος προσφέρει κάποτε και τα πικρά, όχι ως σκληρός και θιγμένος, ως εκδικητικός και τιμωρός, αλλά ως άριστος παιδαγωγός, προς διόρθωση και μετάνοια. Ο Θεός προνοεί, προφυλάγει και προστατεύει τον κάθε άνθρωπο, γιατί είναι πλάσμα του και το ενδιαφέρον του δεν παύει να υπάρχει ποτέ. Δεν αφήνει τα παιδιά του δίχως τροφή και φροντίδα. Δεν τα αφήνει στην «τύχη» τους. Αυτός που δίνει τροφή στα στρουθία τ’ ουρανού και υπέροχα χρώματα στ’ άνθη του αγρού θα εγκαταλείψει στην «τύχη» του τον άνθρωπο; Δεν υπάρχει στη ζωή των ανθρώπων κάτι το τυχαίο, το μοιραίο, το προγραμμένο. Υπάρχει βαθύς και ουσιαστικός λόγος για τα γενόμενα καλά και άσχημα στη ζωή των ανθρώπων. Κάποιος λόγος υπάρχει στα διάφορα συμβαίνοντα και κάποιος απώτερος και αγαθός σκοπός.
Υπάρχει, αγαπητοί μου, ένα θεϊκό σχεδίασμα για τον κόσμο και για τον κάθε άνθρωπο ειδικά. Βέβαια είναι απαραίτητη η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου, που όταν δεν υπάρχει δεν επεμβαίνει η χάρη του Θεού, η διαφορότροπα ενεργούσα στον καθένα. Ο ίδιος ο Θεός έδωσε την ελευθερία της βουλήσεως. Ο Θεός δεν θέλει να έχει δούλους άφωνους ή οπαδούς ισχυρούς, επευφημούντες και ζητωκραυγάζοντες. Είναι ένα καταπληκτικό μυστήριο η μυστική και προσωπική σχέση του Θεού και του ανθρώπου. Όποιος κάνει χρήση της θεόδοτης ελευθερίας του είναι υπεύθυνος και υπόλογος. Δεν υπάρχει λοιπόν τύχη. Έτσι μπορούμε να πούμε πως δεν υπάρχουν τυχεροί και άτυχοι άνθρωποι.
Εντούτοις και σήμερα, ακόμη και μορφωμένοι άνθρωποι πιστεύουν στην τύχη και τρέχουν με το αζημίωτο σε διάφορους να τους πουν τη μοίρα και το ριζικό τους, την τύχη και το μέλλον τους. Πρόκειται για διπλωματούχους μάντεις, για πονηρούς αστρολόγους, για καφεμάντεις, χαρτορίχτρες, γύφτισσες και παραψυχολόγους. Πλανούν οι πλανεμένοι, πλουτίζοντας από την αφέλεια κάποιων άτυχων. Οι ευχές πολλών είναι «καλή τύχη». Είναι τυχερός ένας πονηρός, ένας κακός, ένας καπάτσος, ένας ψεύτης, ένας απατεώνας, ένας αδιαφανής. Είναι άτυχος ο τίμιος, ο φτωχός, ο ειλικρινής, ο πιστός, ο καλοκάγαθος. Τελικά και πραγματικά τυχερός είναι αυτός που δεν τον ελέγχει η καθαρή του συνείδηση, που έχει γλυκό ύπνο, που κέρδισε την ψυχή του.Τελειώνοντας ταπεινά και εγκάρδια λέω πως είμεθα αρκετά τυχεροί που έχουμε έναν τόσο καλό Θεό.

π.Μωυσής Αγιορείτης

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Πρόσκληση από τον Πάπα  της Ρώμης

Αμερικανίδα καθηγήτρια διαβίβασε σε Ορθόδοξο κληρικό την επιθυμία του Πάπα να προσκαλέσει τον Γέροντα Παΐσιο και Γέροντα Πορφύριο να πάνε στο Βατικανό( όταν ήσαν εν ζωή και οι δυό τους). Η απάντηση και των δύο ήταν η εξής: «Όχι δεν μπορούμε να πάμε. Διότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ο Πάπας δεν είναι έτοιμοι. Έχουν πολύ εγωισμό. Όχι μόνο θέλουν να μας υποτάξουν, αλλά και δεν πιστεύουν ότι έχουμε την αλήθεια εμείς οι Ορθόδοξοι. Δεν χρειάζεται να πάμε. Καλύτερα θα βοηθήσουμε την υπόθεση με την προσευχή μας».

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

ΔΙΔΑΧΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΠΕΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ;

Μια γυναίκα φρόντιζε τον κήπο του σπιτιού της, όταν ξαφνικά βλέπει τρεις γέροντες, φορτωμένους με τις εμπειρίες της ζωής, να την πλησιάζουν στην είσοδο του σπιτιού.

Παρ’ όλο που δεν τους γνώριζε, τους είπε:
Δεν σας γνωρίζω, όμως πρέπει να πεινάτε. Περάστε, αν θέλετε, να φάτε κάτι.
Αυτοί την ρωτάνε:
– Ο άντρας σου είναι στο σπίτι;
– Όχι, δεν είναι εδώ, απάντησε εκείνη.
– Τότε δεν μπορούμε να έρθουμε, της λένε οι γέροντες.
Όταν επιστρέφει ο σύζυγος, η γυναίκα του περιγράφει το περιστατικό.
– Ας έρθουν τώρα που επέστρεψα! ……..
Η γυναίκα βγαίνει έξω να προσκαλέσει ξανά τους γέροντες στο τραπέζι, μιας και ήταν ακόμη εκεί.
– Δεν μπορούμε να έρθουμε όλοι μαζί, της λένε οι τρεις γέροντες.
Η γυναίκα, έκπληκτη, τους ρωτά γιατί !
Ο πρώτος, λοιπόν, από τους τρεις της εξηγεί ξεκινώντας να της συστήνεται:
Είμαι ο Πλούτος, της λέει.
Της συστήνει, μετά, τον δεύτερο που είναι η Ευτυχία.
Και, τέλος, τον τρίτο που είναι η Αγάπη.
Τώρα, της λένε, πήγαινε στον άντρα σου και διαλέξτε ποιος από τους τρεις μας θα έρθει να φάει μαζί σας.
Η γυναίκα επιστρέφει στο σπίτι και διηγείται στον άντρα της αυτά που της είπαν οι γέροντες.
Ο άντρας ενθουσιάζεται και λέει:
-Τι τυχεροί που είμαστε! Να έρθει ο Πλούτος! Έτσι θα έχουμε όλα όσα επιθυμούμε!
Η σύζυγός του όμως δε συμφωνούσε:
-Και γιατί να μην έχουμε τη χαρά της Ευτυχίας;

 

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Χριστόδουλος: Θα μας μετατρέψουν σκόπιμα σε φτωχούς...

Χριστόδουλος: Θα μας μετατρέψουν σκόπιμα σε φτωχούς...  H προρήση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου: «Θα μας μετατρέψουν σκόπιμα σε φτωχούς, και θα μας κυβερνούν πλούσιοι τραπεζίτες» επιβεβαιώνεται – δυστυχώς – σε εντυπωσιακό βαθμό. Όταν το 2005 ο Χριστόδουλος μιλούσε για «σχέδιο κατά της Ελλάδας», κάποιοι τον έβρισκαν υπερβολικό. Όταν, το 2006, είπε... «να είστε έτοιμοι γιατί κάποιοι προετοιμάζουν γενική έφοδο κατά της χώρας», πολλοί δεν τον πήραν στα σοβαρά, υπνωτισμένοι από την εικονική πραγματικότητα της δήθεν «ισχυρής Ελλάδας». Όταν, το 2007, στο τελευταίο του μήνυμα, προέτρεπε για «αντίσταση και ανάκαμψη για ό,τι κινδυνεύει», είχε δει τις δύσκολες μέρες που έρχονταν και ήθελε να προειδοποιήσει. "Κάποιοι ετοιμάζουν γενική έφοδο κατά της χώρας" (18/2/2005) Τα αίτια της πρωτοφανούς εκστρατείας εναντίον της Εκκλησίας δεν είναι μόνον τα ανομήματά μας, υπαρκτά ή μη, είναι και άλλα πολλά. Όλα δείχνουν, και πολλοί πλέον το αποδέχονται, ότι οι επιθέσεις είναι συντονισμένες και μεθοδευμένες. Τα σκάνδαλα είναι, κατά βάσιν, το ισχυρό επικάλυμμα που απευθύνεται στον λαό για να τον διαθέσει δυσμενώς εναντίον μας και να προετοιμάσει τα πνεύματα για τη γενική έφοδο που, όπως φαίνεται, επακολουθεί. Μία από τις έντεχνες μεθοδεύσεις επηρεασμού ιδίως της νεολαίας είναι η πρόσκληση για συμμετοχή νέων ανθρώπων, και ειδικώς σπουδαστών, σε εκπομπές διασυρμού της Εκκλησίας. «Πόνεσε» και «πονάει» τις αντιεκκλησιαστικές δυνάμεις η αυξανόμενη εμπιστοσύνη της ελληνικής νεολαίας προς την Εκκλησία και αυτό θέλουν να το ανακόψουν με κάθε τρόπο, ακόμη καταστρέφοντας την εικόνα της Εκκλησίας μέσα στην ψυχή τους. Αλλά η νεολαία μας, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, έχει και κρίση και πίστη. Τούτη την ώρα των σαρωτικών μεταλλαγών που η παγκοσμιοποίηση επιφέρει στους λαούς, ο ελληνορθόδοξος χαρακτήρας μας είναι απαραίτητος στην κοινή ευρωπαϊκή συνείδηση. Η ευρωπαϊκή κουλτούρα και παράδοση έχει άμεση αναφορά στην ελληνορθόδοξη ιδιαιτερότητα μας. Αυτά τα δύο οφείλουμε να τα καλλιεργήσουμε αναπόσπαστα· δηλαδή, να μην επιτρέψουμε να γίνουμε πολτός μέσα στην Ευρώπη, χωρίς συνείδηση πολιτισμού, αλλά ασφαλώς ούτε και εθνοσοβινιστές. Τώρα είναι η ώρα για τη μεγάλη έξοδο της Εκκλησίας μας προς την Ευρώπη, με κοινό παρονομαστή τον χριστιανισμό απέναντι στους κινδύνους του τεχνοκρατισμού, των απρόσωπων δομών, του έντεχνου περιορισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της πνευματικής φτώχειας. Αυτό το εξάμβλωμα θέλουν να επιβάλουν στον τόπο μας όσοι μάχονται την Εκκλησία ή θέλουν να της αφαιρέσουν ή, έστω, να της περιορίσουν τη δυνατότητα αξιόπιστου λόγου. Όσο ο παπάς της Εκκλησίας μας θα συνεχίσει το λαμπρό έργο του, όσο ο λαός θα μας εμπιστεύεται, κανείς δεν θα τολμά να μας επιτεθεί. Όταν όμως θα είμαστε ηθικά ανίσχυροι, τότε θα δεχτούμε έφοδο επιθέσεων και αυτή την πραγματικότητα βιώνουμε αυτόν τον καιρό. Δεν επιθυμώ να επεκταθώ περισσότερο στο σημείο αυτό, διότι γνωρίζω ότι όχι μόνο εμείς αλλά και ο λαός έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται τα βαθύτερα αίτια της οργανωμένης αυτής πολεμικής του γενικευμένου δημόσιου διασυρμού, για την οποία όμως το έναυσμα το δώσαμε εμείς. Αυτοί είναι οι πολιτικοί μας (1/2004) Οι πολιτικοί μας αγνοούν τι είναι θεολογικά η Εκκλησία. Πολλοί από αυτούς την αντιμετωπίζουν σαν «αναγκαίον κακόν» ή «κακό μπελά» που τους απασχολεί, έχοντας με τους λειτουργούς της καθιερώσει ένα επικίνδυνο κατεστημένο, που μεταφράζεται ενίοτε σε αρνητικές ή θείες γι' αυτούς ψήφους. Μιλούν για το «ιερατείο» και εννοούν σκοταδισμό και Μεσαίωνα. Βλέπουν τον ιερό κλήρο σαν ένα παρία της κοινωνίας, που απομυζά το κρατικό χρήμα, το χρήμα του λαού. Δεν αναγνωρίζουν στην Εκκλησία καμιά αναγεννητική αποστολή, τη θεωρούν αρμόδια για τα βρέφη και τους γέροντες, τα δύο άκρα της ζωής. Οι περισσότεροι από αυτούς «εκκλησιάζονται» κατά τις επίσημες δοξολογίες, δεν ζουν μυστηριακή ζωή, δεν λειτουργούνται, δεν κοινωνούν. Την Εκκλησία τη βλέπουν και σαν αντίπαλο τους μερικές φορές, ιδίως όταν, στο πρόσωπο κάποιου δυναμικού ιεράρχη, φαίνεται να επηρεάζει μάζες λαού. Κι εμείς, από το άλλο μέρος, έχουμε συμβιβαστεί με την κατάσταση αυτή, επιδιώξαμε και εγγραφήκαμε στους τροφίμους του κρατικού προϋπολογισμού, εισπράττουμε κάθε μήνα τον μισθό μας και μένουμε ικανοποιημένοι. Ο κίνδυνος όμως του επαγγελματισμού καιροφυλακτεί και δεν καταλαβαίνουμε ότι όσο περισσότερο εξαρτόμαστε οικονομικά από το κράτος τόσο λιγότερη ελευθερία χειρισμών σε πελώρια θέματα έχουμε. Το αποτέλεσμα είναι να σιωπούμε όταν χρειάζεται να υψώσουμε κραυγή και να φορτωνόμαστε ξένες αμαρτίες. Και το ίδιο το κράτος, γνωρίζοντας μας καλά, μας κρατεί υποχείριους με την απειλή και μόνο της απογύμνωσης μας από τα προνόμια που μας εξασφάλισε η «συναλληλία». Και πόσοι τάχα αντέχουν στη στέρηση των κεκτημένων δικαιωμάτων χάριν μιας αναγέννησης που όμως τη ζητούν οι καιροί και τη λαχταρά ο λαός; Κάθε φορά που γίνεται λόγος για αναβάθμιση του ιερού κλήρου και για μια δυναμική παρουσία της Εκκλησίας μέσα στον ιστορικό στίβο, συναντάμε μπροστά μας την απειλή για αφαίρεση των προνομίων με τα οποία έχουμε επί μακρόν ζήσει και ίσως και ταυτιστεί μερικοί. Το νέο ξεκίνημα που πρέπει να γίνει, για να προλάβουμε το τρένο της Ιστορίας, επιβάλλει μια ταχεία μεταμόρφωση και αλλαγή νοοτροπίας, καθώς και μια δυναμική στάση απέναντι στην ίδια τη ζωή. Αλλά ο κίνδυνος της αναμέτρησης με την πολιτεία, και των συνεπειών της, κυρίως των οικονομικών, τελικά λειτουργεί ανασταλτικά, με αποτέλεσμα να γυρίζει ο φαύλος κύκλος και να μην μπορούμε να απαγκιστρωθούμε. Γιατί πια δεν έχεις να κάνεις με ένα και δύο, αλλά με όλο τον κλήρο που πρέπει να συνεισφέρει στη γενική προσπάθεια. Ποιος λοιπόν να τολμήσει να κηρύξει μια ειρηνική επανάσταση μετά στην Εκκλησία καλώντας κλήρο και λαό σε πανστρατιά αγάπης, και ποιος θα αποφασίσει να ομιλήσει με τη γλώσσα της ειλικρίνειας προς πάσα κατεύθυνση, όταν είναι τόσο αλληλένδετα τα συμφέροντα με τις επιδιώξεις και τα οράματα με την πραγματικότητα; Ευγνωμονούμε συχνά εκείνους που μας ενέγραψαν στο δημοσιοϋπαλληλικό μισθολόγιο, αλλά πόσοι αναλογιζόμαστε το φοβερό τίμημα σε ελευθερία που πληρώνουμε και θα πληρώνουμε για πολύ ακόμη; Τα κηρύγματα περιστρέφονται συνήθως γύρω από ανούσια και αδιάφορα θέματα, ενώ οι ανάγκες του λαού είναι άλλες. Γι' αυτό, σε πολλές περιπτώσεις, φεύγει ο κόσμος από την εκκλησία όταν κάποιος αρχίζει να ομιλεί. Έτσι, η ελληνική διανόηση, όταν για λόγους ιδεολογικούς δεν εχθρεύεται την Εκκλησία, παραμένει σε μια συναισθηματική σχέση μαζί της, καθαρά επιδερμική και επιφανειακή. Η διανοουμενίστικη αντίληψη της Εκκλησίας δεν διαφέρει εκείνης των πολιτικών, γιατί και αυτή βλέπει την Εκκλησία ως έκφραση του κατεστημένου, γι” αυτό και εύκολα εκσφενδονίζει τους μύδρους της εναντίον κυρίως των εκκλησιαστικών ηγετών, στους οποίους αρνείται χαρισματικές ιδιότητες και πνευματική υπεροχή. Συγχέοντας τις προσωπικές ικανότητες κάθε ποιμένα με τις θεόδοτες πνευματικές ιδιότητες της χάριτος, φτάνει σε συμπεράσματα ολισθηρά, συγκρίνοντας και επικρίνοντας, μαζί με τους ανθρώπους, τους ιερούς θεσμούς. Τα εξοργιστικά, πολλές φορές, κείμενα των διανοουμένων μας κινούνται στη συχνότητα της άγνοιας μαζί και της προκατάληψης σε ό,τι αφορά την Εκκλησία, ενώ παραπλανούν τους αφελείς και υποκαίνε το μίσος των ανθρώπων εναντίον μας, με την επίκληση των φανερών ελαττωμάτων της φυλής μας. Για τους διανοουμένους μας λοιπόν, η Εκκλησία δεν είναι «σώμα Χριστού», αλλά «αργύριον και χρυσίον», είναι κρατική υπηρεσία, είναι κάλυψη σκανδάλων και άλλων ανομημάτων, κρυφών και φανερών. Αυτού του είδους οι λογάδες δεν διστάζουν να φτάνουν μέχρι παράκρουσης από το μένος τους εναντίον της Εκκλησίας, αντιγράφοντας, κατά κανόνα, ο ένας τον άλλον, μιλώντας αυθαίρετα και συκοφαντικά, καυστικά και άδικα για τη ζωή της Εκκλησίας και των ανθρώπων της. Την εξομοιώνουν με τον κόσμο και αυτή η εκκοσμικευμένη εικόνα περί Εκκλησίας που έχουν είναι εκείνη που τους οδηγεί σε εξομοιώσεις της με τα αμαρτωλά περιβάλλοντα του κόσμου και σε κρίσεις για δήθεν ίντριγκες και κάστες και συμφέροντα, που όλα μαζί συμβάλλουν αποφασιστικά στη μεγαλύτερη παραπλάνηση του λαού. Γιατί όλα αυτά και αν ακόμη υποτεθούν αληθινά πολύ απέχουν από το να χαρακτηρίζουν την αληθινή Εκκλησία, που δεν είναι ούτε εκκοσμικευμένος κρατικός οργανισμός ούτε οικονομικός παράγοντας στη ζωή του τόπου ούτε αμαρτωλό κατεστημένο, αλλά ζωή και ειρήνη και αγάπη και σωτηρία και θέωση. Αίμα από το αίμα μας οι Κύπριοι (30/4/2007) Eμείς, οι εξ Ελλάδος αδελφοί σας, ζήσαμε και ζούμε, αισθανθήκαμε και αισθανόμεθα περισσότερον από οιονδήποτε άλλον άνθρωπον και λαόν επί της Γης όλα αυτά τα χρόνια τον πόνον, την θλίψιν και το μαρτύριον των ανθρώπων της Κύπρου, διότι δι' ημάς οι Κύπριοι είναι και θα είναι αδέλφια μας, σάρκα από την σάρκα μας και αίμα από το αίμα μας. Θα μας μετατρέψουν σκόπιμα σε φτωχούς (7/9/2007) Σήμερα, στη διεθνή βιβλιογραφία, έχει γίνει αποδεκτό ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί ιδεολογία και ότι μία μόνο από τις εκφάνσεις της είναι η κατάργηση των συνόρων στο εμπόριο. Κατά τις Annabelle Mooney και Βetsy Evans, οι πανεπιστημιακοί μελετούν σήμερα την παγκοσμιοποίηση μέσα από διάφορα πεδία της επιστήμης και της τέχνης, όπως είναι οι ανθρωπιστικές επιστήμες, η κοινωνιολογία, η οικονομική επιστήμη, οι διεθνείς σχέσεις, η πολιτική επιστήμη, και η γλωσσολογία, και ερευνούν τις επιπτώσεις της στη ζωή κρατών, εθνών, εθνικών ή θρησκευτικών ομάδων, αλλά και μεμονωμένως στον κάθε άνθρωπο. Ο Larry Ray καθηγητής της Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ στην Αγγλία, σημειώνει ότι η παγκοσμιοποίηση, οι νέες τεχνολογίες στην πληροφορία, η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η κυριαρχία των καταναλωτικών αξιών αποτελούν εξελίξεις, οι οποίες επιφέρουν σήμερα μείζονες αλλαγές στον τρόπο ζωής των λαών της γης και στην προσωπική και κοινωνική καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
pentapostagma.gr
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: χριστός + οικογένεια + πατρίδα


Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

Η θλίψη και η αγάπη της Παναγίας

Η Παναγία μας , πόνεσε πιο πολύ απ΄ όλες τις γυναίκες , πιο πολύ απ΄ όλες τις μανάδες του κόσμου, γιατί κανένα δεν έβλαψε , σε κανένα δεν έκανε κακό κι΄ όμως Της έκαναν το μεγαλύτερο κακό όλης της οικουμένης.
Σταύρωσαν Τον Υιό Της .

Και αντικρύζοντάς Τον πάνω Στο Σταυρό, πόνεσε τόσο η καρδιά της...
Γι΄ αυτό μπορεί να καταλάβει την κάθε πονεμένη ύπαρξη, και συμπάσχει με τον κάθε άνθρωπο που πονά, γιατί ακριβώς, ξέρει τι πάει να πει "πόνος".
Όταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ω, πώς είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρμόσυνα! Η αγάπη, όμως, αυτή συνεπάγεται θλίψη· και όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη.

Η Θεοτόκος δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε καν με το λογισμό, και δεν έχασε ποτέ τη χάρη, αλλά και Αυτή είχε μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα στο Σταυρό, τότε ήταν η θλίψη Της απέραντη σαν τον ωκεανό, και οι πόνοι της ψυχής Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι από τον πόνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί και η αγάπη Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αγάπη του Αδάμ στον Παράδεισο. Και αν επέζησε, επέζησε μόνο με τη θεία δύναμη, με την ενίσχυση του Κυρίου, γιατί το θέλημά Του ήταν να δει η Θεοτόκος την Ανάσταση και ύστερα, μετά την Ανάληψή Του, να παραμείνει παρηγοριά και χαρά των Αποστόλων και του νέου χριστιανικού λαού.

Εμείς δεν φτάνουμε στο πλήρωμα της αγάπης της Θεοτόκου, και γι’ αυτό δεν μπορούμε να εννοήσουμε πλήρως το βάθος της θλίψεώς Της. Η αγάπη Της ήταν τέλεια. Αγαπούσε άπειρα τον Θεό και Υιό Της, αλλ’ αγαπούσε και το λαό με μεγάλη αγάπη. Και τι αισθανόταν άραγε, όταν εκείνοι, που τόσο πολύ η ίδια αγαπούσε και που τόσο πολύ ποθούσε τη σωτηρία τους, σταύρωναν τον αγαπημένο της Υιό;
Αυτό δεν μπορούμε να το συλλάβουμε, γιατί η αγάπη μας για τον Θεό και τους ανθρώπους είναι λίγη. Κι όπως η αγάπη της Παναγίας υπήρξε απέραντη και ακατάληπτη, έτσι απέραντος ήταν και ο πόνος της που παραμένει ακατάληπτος για μας.

Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε στη Γραφή ούτε τις σκέψεις Tης ούτε την αγάπη Tης για τον Υιό και Θεό Tης ούτε τις θλίψεις της ψυχής Tης κατά την ώρα της σταυρώσεως, γιατί ούτε και τότε θα μπορούσαμε να τα συλλάβουμε. Η αγάπη Tης για τον Θεό ήταν ισχυρότερη και φλογερότερη από την αγάπη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ, και όλες οι δυνάμεις των αγγέλων και αρχαγγέλων εκπλήσσονται με Αυτήν.

Αληθινά, Αυτή είναι η βοήθειά μας ενώπιον του Θεού και μόνο τ΄ όνομά Της χαροποιεί την ψυχή. Αλλά κι όλος ο ουρανός κι όλη η γη χαίρονται με την αγάπη Tης.

Αξιοθαύμαστο κι ακατανόητο πράγμα. Ζη στους ουρανούς και βλέπει αδιάκοπα την δόξα του Θεού, αλλά δεν λησμονεί κι εμάς τούς φτωχούς κι αγκαλιάζει με την ευσπλαχνία Της όλη τη γη κι όλους τούς λαούς.
Κι Αυτή την Άχραντη Μητέρα Του ο Κύριος την έδωσε σ΄ εμάς.
Αυτή είναι η χαρά και η ελπίδα μας.
Αυτή είναι η πνευματική μας Μητέρα και βρίσκεται κοντά μας κατά τη φύση σαν άνθρωπος και κάθε χριστιανική ψυχή ελκύεται από την αγάπη προς Αυτήν.

Λόγοι Αγίου Σιλουανού για τη Υπεραγία Θεοτόκο

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Μην πιέζεις, μην ενοχλείς κανέναν!


Ασε το παιδί σου, άσε τον άντρα σου, άσε τη γυναίκα σου, άσ’ τους όλους ήσυχους να κάνουν τις επιλογές τους, να πάρουν τις αποφάσεις τους. 
Μην πιέζεις κανέναν. Μην ενοχλείς τους άλλους. Το μεγάλο πρόβλημά σου είναι ακριβώς αυτό. Εχεις μεταθέσει το πρόβλημά σου στους άλλους και δεν κοιτάς μέσα σου. Δεν σου φταίει κανένας για την ευτυχία που δεν έχεις.

Δεν σου φταίει κανένας για τη μιζέρια που κουβαλάς. Δεν σου φταίει κανένας για το κενό που υπάρχει στην ψυχή σου. Διαρκώς λες: «Μου φταίει το ένα, μου φταίει το άλλο». Αν είναι δυνατόν να σου φταίει ο ένας κι ο άλλος. Εσύ σου φταις.
Μου φταίω εγώ. Το πρόβλημα είναι δικό μου. Κάτι δικό μου έχω, που με βασανίζει.
Αν είναι δυνατόν, η ευτυχία η δική μου να εξαρτάται από το τι θα κάνει το παιδί μου ή η γυναίκα μου ή ο άντρας μου ή ο γείτονάς μου. Δηλαδή, για να γίνω εγώ ευτυχισμένος, θα πρέπει ν’ αλλάξουν οι άλλοι; Πιστεύω να καταλαβαίνεις τον παραλογισμό αυτής της απαίτησης.
Καθένας παίρνει τις δικές του αποφάσεις, κάνει τις δικές του επιλογές, έχει τη δική του ωριμότητα, τη δική του ώρα. Εσύ να ‘σαι εντάξει με τον εαυτό σου και να το παραδέχεσαι. Να πεις: «Δεν φταίει το παιδί μου. Δεν φταίει ο άντρας μου. Δεν φταίει η γυναίκα μου. Εγώ φταίω που δεν έχω καλή σχέση με τον εαυτό μου, με την ψυχή μου, με τον Θεό μου».
Δεν έχω καλή σχέση με τον Θεό. Και έπειτα, για να ‘μαι εγώ ευτυχισμένος, ζητώ απ’ τους άλλους να αλλάξουν. «Κάνε αυτό, να σε δω να χαρώ». Θα χαρείς αν με δεις να αλλάζω με το ζόρι; Και τι θες να ‘χεις δίπλα σου; Τι είναι ο άλλος; Ενα μπιμπελό; Ενα παιχνιδάκι που το παίρνεις από δω και το βάζεις εκεί, κι ευχαριστιέσαι; Μα το παιδί σου και ο άνθρωπός σου δεν είναι κτήματά σου. Εχουν τη δικής του προσωπικότητα, την ψυχή τους ανεξάρτητη και ζητούν τον δικό τους ζωτικό χώρο. Και ελευθερία.
Πάρ’ το απόφαση: δεν μπορείς να ελέγχεις τους άλλους. Και μη γυρίσεις να μου πεις: «Ναι, εσύ τα λες αυτά επειδή δεν έχεις δικές σου τέτοιες υποχρεώσεις και γι’ αυτό είσαι χαλαρός». Οχι, δεν το λέω γι’ αυτό. Το λέω επειδή έχω δει πολλούς έγγαμους ανθρώπους, παντρεμένους, που ζουν φυσιολογικά. Εχω δει μάνες και πατέρες οι οποίοι αγαπούν πολύ τα παιδιά τους, θέλουν πολύ τη διόρθωσή τους, την επιστροφή κι αλλαγή τους. Μα σέβονται απεριόριστα τα παιδιά τους. Κι έχουν καταλάβει αυτοί οι γονείς ότι δεν μπορείς ν’ αλλάξεις τον άλλον με φωνές. Πάρ’ το απόφαση: δεν αλλάζει ο άλλος με τις φωνές σου. Αλλά και αν τον αλλάξεις, αυτή η αλλαγή θα ‘ναι πρόσκαιρη και θα ‘χει μέσα της κάτι το πιεστικό. Και η πίεση αυτή θα βγει κάπου αλλού. Δεν αλλάζει έτσι ο κόσμος.
Ασε το παιδί σου ήσυχο. Πες του το σωστό. Εννοείται. Θα το πεις μία, θα το πεις δύο, θα το πεις τρεις. Μετά; Τι θα κάνεις. «Οχι, εγώ θέλω να τον δω ν’ αλλάζει τώρα». Αυτό είναι μια δική σου ανάγκη. Παραδέξου το. Είναι δική σου ανάγκη να κάνεις τον κόσμο όπως εσύ τον θέλεις. Αρα έχεις δικό σου θέμα.

Του π. Ανδρέα Κονάνου – Από την Ορθόδοξη Αλήθεια

Τετάρτη 4 Μαΐου 2016

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Ανάσταση κυρίου Ιησούς Χριστόυ

Η σταυρική θυσία του Χριστού...

Κάθε Μεγάλη Εβδομάδα παρακολουθούμε και ζούμε τα Άγια Πάθη του Χριστού μας. Ακούμε τα άγια εκείνα λόγια του Ευαγγελίου, που η Ορθόδοξος Εκκλησία μας παρουσιάζει, για να απεικονίσει όλες εκείνες τις άγιες παραστάσεις του Πάθους, όσο είναι δυνατόν εντονώτερα στις ψυχές των χριστιανών και έτσι να τις βοηθήσει να μπουν βαθύτερα στο νόημα του μυστηρίου της Σταυρώσεώς Του.

Η ζωή του Χριστού μας από τη Γέννησι μέχρι την Ανάστασή Του ήταν ένα μαρτύριο. Γεννήθηκε τόσο ταπεινά, τόσο απαλά, τόσο αθόρυβα, σε μία φάτνη αλόγων ζώων, χωρίς να πάρει κανείς είδηση. Μετά τη Γέννησή Του φεύγει καταδιωκόμενος στην Αίγυπτο και επιστρέφει. Έτσι όπως έζησε τα τριαντατρία χρόνια Του επάνω στη γη, μας άφησε ένα παράδειγμα αγιότητος, ένα δίδαγμα πώς πρέπει να ζει ο κάθε χριστιανός. Κι όταν έφθασε στον καιρό της δημοσίας δράσεως, άρχισε να κυκλοφορεί σε όλη την Ιουδαία και να κηρύττη το Ευαγγέλιο της μετανοίας και της επιστροφής κάνοντας θαύματα. Όλα αυτά τα θαύματα, όλη αυτή η δόξα, που Του απέδιδαν οι άνθρωποι, για τη θαυματουργική Χάρη Του, έγιναν αιτία να κινηθεί φθόνος και κακία εκ μέρους των Αρχιερέων και Γραμματέων και Φαρισαίων και να συσκέπτωνται και να μελετούν, πώς να Τον συλλάβουν και πώς να Τον εξοντώσουν, διότι «ο φθόνος ουκ οίδε προτιμάν το συμφέρον».

Προ της συλλήψεως και της Σταυρώσεώς Του ηθέλησε να παραδώσει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας στους δώδεκα μαθητάς Του κατά το μοναδικό και Μυστικό Δείπνο, όπου τους είπε: «Λάβετε φάγετε. τούτο εστι το σώμα μου… πίετε εξ αυτού πάντες. τούτο εστι το αίμα μου το της καινής διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών, αμήν λέγω υμίν ότι ουκέτι ου μη πίω εκ του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία των ουρανών» (Μαρκ. ιδ’, 23-25). Κι αφού τους παρέδωσε αυτό το μεγάλο μυστήριο, ακολούθησε η προδοσία και η σύλληψίς Του.

Ο μαθητής που δεν ακολουθούσε τον Κύριο με μεγάλη πίστι, αλλά είχε εμπαθή κατάσταση μέσα του, έγινε το όργανο εκείνο, που Τον ωδήγησε στο Σταυρό. Τι ήθελε να δη ο Ιούδας περισσότερο από τα τόσα σημεία και τέρατα, που είδε στη ζωή του Χριστού; Αλλά λόγω της κακίας του, εγκαταλειφθείς από τη Χάρη του Θεού, έγινε προδότης. Είναι ο μεγάλος αμαρτωλός επάνω στη γη, που επρόδωσε το Χριστό μας για λίγα αργύρια. Πόσοι από μας Τον προδίδουμε με πράξεις, που προκαλούν ατιμία στο Θείο Πρόσωπό Του, και κυρίως, όταν δεν ομολογούμε την πίστι μας, εκεί που χρειάζεται;

Και προχώρησε ο Κύριος για να σηκώση το Σταυρό αυτό προς τον Γολγοθά, αφού προηγουμένως υπέστη ένα πολύ μεγάλο μαρτύριο ατιμίας. Δεν είμαστε άξιοι εμείς οι άνθρωποι γι’ αυτήν την υπέρτατη θυσία του Χριστού μας. Κανείς δεν μας έχει αγαπήσει όσο ο Κύριος και κανείς άλλος δεν υβρίσθηκε, δεν χλευάσθηκε, δεν ταπεινώθηκε όσο ο Κύριος. Έχετε έρθει καμμιά φορά σε αίσθηση ψυχής του μαρτυρίου του Χριστού; Έχετε συνειδητοποιήσει τους πόνους, που υπέφερε; Μπορείτε να συλλάβετε με τη θεωρία, ότι ένας άνθρωπος, ένας δούλος σήκωσε το χέρι του κι έδωσε ράπισμα στο Χριστό; Το Θείο Πρόσωπο ερραπίζετο από άνθρωπο ασεβή, από άνθρωπο αμαρτωλό! Κι ο Χριστός οργίσθηκε; Θύμωσε; Αντέδρασε; Όχι. Αυτό μόνο που είπε, ήταν: «Ει κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού. ει δε καλώς, τί με δέρεις;» (Ιωάν. ιη’, 23). Κι εμείς οι άνθρωποι, που είμαστε φύσει ταπεινοί, ελεεινοί, αμαρτωλοί, άξιοι πάσης κολάσεως, όχι ράπισμα δεν δεχόμεθα, αλλά μήτε έναν απλό λόγο, μία απλή προσβολή, έναν ελάχιστο έλεγχο. αμέσως σηκώνουμε το ανάστημα κι αντιδρούμε.

Έχετε δει, πώς μαστιγώνεται ένας άνθρωπος και δη τον παληό καιρό; Κι αυτό το υπέμεινε ο Κύριος για μας. Και μόνο να βάλουμε στη φαντασία μας την εικόνα του Χριστού μας, δεμένου στην κολώνα με το ακάνθινο στεφάνι και τους στρατιώτας με όλη εκείνη την αρνητική τους συμπεριφορά, να Τον χλευάζουν, να Τον μαστιγώνουν γυμνό και να τρέχουν τα αίματα προξενώντας φοβερό πόνο στο σώμα και στην ψυχή Του, φθάνει, για να μας συγκλονίσει και να μας κάνη να νοιώσουμε το βάρος της ευθύνης μας απέναντι στην αγάπη Του. Όπως το αίμα Του έρρεε πλούσια από το Άχραντό Του Σώμα, έτσι υπερπλούσια ήταν και η αγάπη Του για Τον άνθρωπο!

Μετά το μαρτύριο εκείνο της μαστιγώσεως ο Πιλάτος ωδήγησε τον Χριστό μας έξω στο Πραιτώριο, εκεί στο λιθόστρωτο, να Τον θεατρίσει μπροστά στα μάτια του λαού, όπου ήταν μαζεμένη όλη η σπείρα, όλος ο Εβραϊκός κόσμος, που ήταν μυημένοι από τους γραμματείς και τους φαρισαίους, για να κραυγάσουν την καταδικαστική απόφαση: «Σταύρωσον, σταύρωσον Αυτόν». Μπορούσε ο Πιλάτος ως ηγεμόνας να απολύσει το Χριστό, αλλά φοβήθηκε το λαό και για να τους ικανοποιήσει, στραγγάλισε την αλήθεια. Ζήτησε τη γνώμη τους κι έκανε το ικανόν του λαού, παρ’ ότι ήξερε ότι ο Κύριος είναι αθώος.

Εμείς οι Ορθόδοξοι έχουμε μία εικόνα από αυτό το Πάθος του Κυρίου, που μπορώ να πω ότι είναι η ιερώτερη από τις πολλές, που στολίζουν τους ναούς μας. Αυτή λέγεται: «Ιδού ο Άνθρωπος» και παρουσιάζει τον Κύριο εκεί στο Πραιτώριο, με την κόκκινη χλαμύδα και το ακάνθινο στεφάνι στην Άχραντο Κεφαλή Του, τον κάλαμο και τα αίματα να τρέχουν από παντού και να είναι όλος μία σκέτη πληγή, όπως ακριβώς τον παρουσίασε ο Πιλάτος μετά τον μαρτυρικό εμπαιγμό Του, ενώπιον του λαού. Είναι πολύ ευλογημένη στην έκφραση, διότι ο Κύριος στέκεται με τόση ταπείνωση μπροστά σ’ αυτόν τον ασεβή λαό! Αυτή η άκρα ταπείνωσις του Χριστού μας είναι εκείνη, που του έδωσε τη δυνατότητα, να υποστή όλη αυτή την αδικία από πλευράς αρχιερέων και γραμματέων και φαρισαίων και όλη τη βαρβαρότητα της ατιμίας των στρατιωτών και να ανεβή φορτωμένος το Σταυρό στον Ιερό Γολγοθά. Τον σήκωσε το Σταυρό, όπως ακριβώς σήκωσε και όλες τις αμαρτίες της ανθρωπότητος!

Σκεφθήτε τώρα ότι αυτό το ακάνθινο στεφάνι το χτυπούσαν με οποιοδήποτε μέσον εύρισκαν, για να μπήγονται βαθύτερα στη σάρκα Του εκείνα τα φοβερά αγκάθια και να Του προξενούν μεγαλύτερο πόνο! Εμάς μας μπαίνει ένα μικρό αγκάθι κάπου και κάνουμε «αμάν» να το βγάλουμε! Από τη μια πλευρά το κεφάλι με τις πληγές από τα αγκάθια και τα κτυπήματα κι όλο το σώμα σημειωμένο από τις μαστιγώσεις, κι από την άλλη τα ραπίσματα, τις βρισιές, τις βλασφημίες και τα χλευάσματα! Όλη τη νύχτα εκείνη, που Τον έβαλαν στη φυλακή, Τον περιέπαιζαν, Τον ύβριζαν, Τον μαστίγωναν, Τον αιμάτωναν, Τον ταπείνωναν και ασεβούσαν απέναντί Του, σαν να ήταν κάποιος αλήτης, κάποιος κακόφημος άνθρωπος! Όλος ο λαός εκείνος, που λίγες μέρες πριν έκραζε. «Ωσαννά τω Υιώ Δαυίδ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάν. ιβ’, 13), τώρα έκραζε με μανία το. «Σταυρωθήτω». Έτσι είναι τα ανθρώπινα, όλα τρεπτά και αλλοιωτά. Σήμερα επαινούμε κάποιον, αύριο κατηγορούμε. Και συνεχίζεται η ατίμωσις αυτή του Χριστού από μας τους ανθρώπους με τα έργα μας. Μπορούμε να αναλογισθούμε αυτή την ταπείνωση του Θεού;

Και προχώρησε ο Κύριος κρατώντας τον Σταυρό, αλλά στο μέσον της πορείας προς τον Γολγοθά γονάτισε, έπεσε από το βάρος, από την εξάντληση, από τους πόνους, από το ακάνθινο στεφάνι, από το αίμα που έχυσε κι από τη θλίψη. Οι μαθηταί Του, που συνέτρεξαν μαζί Του σε όλα τα θεία Του έργα, που συνέφαγαν μαζί Του, που είδαν τα θαύματα, που Τον πίστεψαν ολόψυχα ότι είναι ο Υιός του Θεού, ο Θεάνθρωπος επί της γης, που είχαν υποσχεθεί ότι θα θυσιαστούν γι’ Αυτόν, όταν θα εχρειάζετο, δεν ήταν κοντά Του, έφυγαν, δειλίασαν, Τον είχαν εγκαταλείψει και μόνος Του προχωρούσε προς την μεγάλη θυσία. Η αχαριστία του ανθρώπου δεν έχει όρια! Και όχι μόνον οι μαθηταί αλλά και από όλο τον κόσμο, που ευεργετήθηκε από Εκείνον, κανείς δεν Τον υπερασπίσθηκε. Και βρέθηκε μόνον μία γυναίκα, η γυναίκα του Πιλάτου να μεσολαβήση και να πη στον άνδρα της:
«Πρόσεξε! Κατ’ όναρ πολλά έπαθον σήμερον δια τον άνθρωπον Αυτόν. Άδικα θα Τον κρίνεις, άδικα θα Τον καταδικάσεις, άδικα φωνάζουν αυτοί εκεί κάτω» (Ματθ. κζ’, 19). Αλλά δεν εισηκούσθει.

Καυχήθηκε και ο Απόστολος Πέτρος, όταν τους προέλεγε για το Πάθος Του, ότι κι αν όλοι Σε αρνηθούν, εγώ ποτέ δεν θα το κάνω αυτό σε Σένα. Εκόμπασε, διότι ενόμιζε ότι με τον ζήλο, που τον διεκατείχε και την ανθρώπινη δύναμη, θα έβγαινε παλληκάρι. Κι όμως είδε, ότι δεν ήταν ούτε σαν ένα φύλλο φθινοπωρινό. Δεν αρνήθηκε το Χριστό μπροστά σ’ ένα τύραννο, αλλά σε μία παιδίσκη, σ’ ένα μικρό κορίτσι. «Ουκ οίδα τον άνθρωπο». Εσύ δεν είσαι, Πέτρε, που εκόμπαζες, πως δεν θα Τον αρνηθής ποτέ; Και τώρα, που είναι δίπλα σου και Τον χλευάζουν, Τον ραπίζουν, Τον μαστιγώνουν, Τον συκοφαντούν, δεν έχεις την δύναμη να πεις ότι Τον γνωρίζεις; Και ο αλέκτωρ εφώνησε και εμνήσθη ο Πέτρος τα λόγια του Κυρίου και εξήλθε και εθρήνησε με βαθειά μετάνοια για την αμαρτία του! Βλέπετε πόσο ο άνθρωπος είναι φθηνός; Σήμερα φαίνεται δυνατός κι αύριο είναι τελείως ανίσχυρος, όταν δεν τον επισκιάσει η δύναμις του Χριστού.

Έχετε σκεφθή, έχετε συλλάβει πώς σταυρώθηκε; Ποιοι ήταν οι πόνοι Του, όταν αυτοί οι βάρβαροι με τα καρφιά του χαλκέως -όχι αυτά τα καρφιά τα σημερινά- εκείνα τα πρωτόγονα και απαίσια καρφιά εκάρφωσαν τον Κύριο! Σκεφθήτε την οδύνη Του! Μόνος, εντελώς εξαντλημένος να βρίσκεται σ’ εκείνο το μαρτύριο της καρφώσεως των χεριών και των ποδιών Του, με τα αγκάθια από το ακάνθινο στεφάνι να μπαίνουν συνεχώς πιο βαθειά στην Άχραντο Κεφαλή Του, με όλη τη θλίψη, που είχε μέσα Του, από την ατίμωση όλου εκείνου του ευεργετηθέντος λαού! Μόνος από ανθρώπινη συμπαράσταση κι από ανθρώπινη βοήθεια. Βλέπετε ότι και αυτή η έγκατάλειψίς Του από τους μαθητάς και από τους ευεργετημένους, ήταν ένα άλλο είδος σκληρού μαρτυρίου. Και είναι παράδοξο πράγμα, πώς οι μαθηταί που ήταν άνδρες, που θα ενόμιζε κανείς ότι αυτοί θα ήταν οι άμεσοι συμπαραστάτες Του, έφυγαν, ενώ το ασθενικό γένος των γυναικών, η Μητέρα και οι μυροφόρες, ήταν εκείνο που έδωσε τη συμπαράστασι, που γλύκανε τον πόνο παρά τω Σταυρώ.

Και τότε έγινε σεισμός μέγας, εσείσθη η γη, ο ήλιος σκοτίσθηκε, έγινε χαλασμός όλου του κόσμου. Κι ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης ευρισκόμενος τότε στην Αλεξάνδρεια και βλέποντας όλα αυτά τα σημεία είπε: «Ή το παν απώλετο, ή ο Θεός πάσχει!». Κι όταν αργότερα ο Απόστολος Παύλος ήρθε στην Αθήνα και εκήρυξε το Ευαγγέλιο και μίλησε για τα σημεία της Σταυρώσεως του Χριστού, τότε ανεφώνησε: «Πράγματι ο κηρυττόμενος από τον Παύλο είναι ο Υιός του Θεού, είναι Θεός!». και επίστευσαν πολλοί.

Κι επάνω στο Σταυρό ο Χριστός μας έφθασε στο σημείο να πει: «Θεέ μου, Θεέ μου, ινατί με εγκατέλιπες;» (Ματθ. κζ’, 46). Όχι ότι ο Θεός είχε ανάγκην της βοηθείας των ανθρώπων, αλλά ήθελε να δείξη ότι ο άνθρωπος με την αδύναμη φύση του, όσο δυνατός και να λογίζεται ότι είναι, σηκώνοντας το σταυρό του, έρχονται στιγμές που γονατίζει. Έρχεται πολλάκις στο αδιέξοδο να πει τα ίδια λόγια: «Θεέ μου, Θεέ μου, ινατί με εγκατέλιπες;» Κι ο πιο πνευματικός κι ο πιο δυνατός άνθρωπος γονατίζει. Και τότε έχει ανάγκην του Κυρηναίου. Έχει ανάγκην της θείας Χάριτος να τον βοηθήση, γιατί και πάλι πρέπει να συνεχίση τον αγώνα, να φέρη εις πέρας τον πειρασμό, τον οποίο σηκώνει μέχρι της εκπνεύσεως. Διότι κάθε πειρασμός έρχεται για κάποιο σκοπό και για ταπείνωση, κατά παραχώρηση Θεού. «Συν τω πειρασμώ όμως και η έκβασις» (Α’ Κορινθ. ι’, 13). Μαζί με τον πειρασμό δίνει ο Θεός και την δύναμη να τον ξεπεράση ο άνθρωπος, αρκεί να δεχθει την αλήθεια, ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο κι ότι ο πειρασμός δεν είναι τυχαίος. Διότι πώς είναι δυνατόν να πειρασθει ένας άνθρωπος και να μπει εις οιονδήποτε κίνδυνο, χωρίς το θέλημα του Θεού, αφού ο Χριστός είπε, ότι ούτε τρίχα ούτε φύλλο δένδρου, ούτε πουλάκι δεν πέφτει, άνευ του θελήματός Του;

Και λέγει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος: «Γνώριζε, ότι όταν σου έρθει κάποιος πειρασμός και συ αδυνατείς να τον σήκωσεις και εύχεσαι στο Θεό να τον σηκώσει, ανάλογα με τη δύναμη του πειρασμού, υστερήθηκες και ανάλογη Χάρη». Εννοεί ότι ανάλογα με τον αγώνα, που θα παρουσιάσεις επάνω σ’ ένα πειρασμό, σε μια δοκιμασία, ανάλογα θα στεφανωθεις, θα πάρης το παράσημο, θα πάρης τη θέση, θα πάρεις την παρρησία ενώπιον του Θεού. Εφ’ όσον όμως γονατίσεις και πεις: «Θεέ μου, σταμάτησε τον πειρασμό, δεν μπορώ να τον σηκώσω άλλο», και σε εισακούση, γνώριζε ότι σταμάτησε εκεί και η ωφέλεια, την οποίαν θα έπαιρνες. Τί σημαίνει αυτό; Ότι στους πειρασμούς πρέπει να ευχώμεθα να μας δίνη ο Θεός υπομονή και φώτιση και να ζητούμε να τους τελειώσει, όποτε ο Θεός θέλη και να μελετούμε την σταυρική θυσία του Χριστού, γιατί έτσι μέσα μας θα αλλοιωνόμαστε.

Όταν ο χριστιανός μελετά αυτό το Πάθος και το ζει, όταν το κάνει συνείδηση και βίωμά του, όταν μελετά ότι Αυτός ο Θεός επί της γης, αυτό όλο το Πάθος το υπέμεινε για κείνον, δεν γίνεται τίποτε άλλο, παρά η καρδιά του να πληρώνεται πίστεως και θείας αληθινής αγάπης. Παίρνουμε πολύ μεγάλη σοφία, θεία σοφία από τα Πάθη και η καρδιά μας πάλλει και καίγεται από την αγάπηση του Χριστού. Πολλούς πατέρες της Εκκλησίας και δη ασκητάς η μελέτη αυτή του Πάθους, μέσα στην ησυχία και στην καθαρά ζωή τους, τους έφερε σε μεγάλη θεοπτία.

Ένας ασκητής είχε μία πολύ μεγάλη δυσκολία από πειρασμούς, κι από θλίψεις από ανθρώπους. Αγωνιζόταν να κρατηθεί από την επιφορά των πειρασμών, των λογισμών, της σατανικής πιέσεως εις το να αγανακτήσει και να γογγύσει προς το Θεό. Και προσευχόμενος μία νύχτα στην αγρυπνία του, από την κόπωση έκλινε το κεφάλι κι έκλεισε τα μάτια, χωρίς να το καταλάβει. Και είδε εμπρός του τον Κύριο, σε φυσικό μέγεθος, επάνω στον Σταυρό, όπως ακριβώς ήταν στη Σταύρωση! Κι έγειρε το κεφαλάκι Του δεξιά ο Χριστός και του λέει: «Όλα αυτά τα οποία σου συμβαίνουν, δεν τα υπομένεις για την δική Μου αγάπη; Πώς εγώ έκανα τόση υπομονή στην αχαριστία των ανθρώπων και στην κακία και στην ασέβεια και εσυγχώρησα τους σταυρωτάς μου ολόψυχα; Εσύ για τη δική μου αγάπη δεν κάνεις υπομονή και δεν συγχωρείς και δεν ανέχεσαι και δεν ευχαριστείς;» Και τότε ο ασκητής έπεσε στα πόδια τα αιματωμένα του Χριστού και ψηλαφώντας τα και φιλώντας τα, υποσχέθηκε ότι μέχρι θανάτου θα κάνη υπομονή.

Ο Μωυσής, όταν έβγαλε από την Αίγυπτο τον λαό του Ισραήλ και τον ωδηγούσε, θελήματι Θεού, στη γη της επαγγελίας, ο λαός δοκιμαζόμενος από το Θεό, εάν είναι πιστός και Τον αγαπά, εγόγγυζε επάνω στις δοκιμασίες. Όπως κάνουμε κι εμείς, και πρώτος εγώ, που γογγύζουμε και λέμε: «Γιατί ο Θεός με δοκιμάζει έτσι; Τί του έφταιξα; Μα οι άλλοι καλύτεροι είναι από μένα, που περνάνε καλά, κι εγώ δυστυχώ, που φυλάττω τις εντολές Του;» Κι έτσι χάνουμε το μισθό μας. Γόγγυζαν και οι Ισραηλίτες και έλεγαν: «Τί μας έφερες εδώ τώρα στην έρημο; Δεν είχε μνήματα η Αίγυπτος και ήρθες να μας θάψεις εδώ; Καλύτερα τα πεπόνια και τα κρεμμύδια της Αιγύπτου παρά το μάννα, που μας υπόσχεσαι και τη γη της Επαγγελίας, που θα ρέει μέλι και γάλα» (Αριθ. 11, 5, 8 και Εξοδ. 16, 3). Κι ο Θεός για να τους παιδαγωγήσει και να τους συμμορφώσει, τους έστειλε μία τιμωρία με φίδια. Απέλυσε ο Θεός μέσα στην έρημο φίδια, που τους δάγκωναν και πέθαιναν, όσοι γόγγυζαν. Ο Μωυσής τότε ευσπλαχνιζόμενος το λαό γονάτισε και είπε: «Θεέ μου, σήκωσε αυτόν τον πειρασμό. Εμπόδισε τα φίδια να δαγκώνουν τους ανθρώπους. Συγχώρησέ τους». Λέει ο Θεός: «Φτιάξε ένα χάλκινο φίδι. ύψωσέ το επάνω σ’ ένα κοντάρι και φώναξε στο λαό: Όποιος κοιτάζει αυτό το φίδι, θα θεραπεύεται από τα δαγκώματα, τα οποία του έκαμαν τα φίδια». Και πράγματι έκανε αυτό το χάλκινο φίδι, το σήκωσε ψηλά, και όσοι το κοιτούσαν, εθεραπεύοντο.

Αυτό το φίδι ήταν προτύπωσις του Χριστού, που υψώθηκε επάνω στον Σταυρό. Αυτό το αναφέρει ο Χριστός και στο Ευαγγέλιο, για να προμηνύσει την σημασία της σταυρικής Του θυσίας: «Καθώς ο Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. γ’, 14). Δηλαδή, όπως ο Μωυσής έστησε ψηλά το φίδι και εκείνοι, που το κοιτούσαν εθεραπεύοντο, έτσι και εγώ, ο Χριστός, πρέπει να υψωθώ επάνω στο Σταυρό. και όποιοι θα κοιτάζετε με πίστη εμένα επάνω στο Σταυρό, θα θεραπεύεσθε από τα δαγκώματα των φιδιών της αμαρτίας και δεν θα πεθάνετε, αλλά θα έχετε αιώνια ζωή.

Πώς λοιπόν θεραπεύεται ο άνθρωπος; Κοιτάζοντας τον Εσταυρωμένο. Να σκεπτώμεθα ότι εμείς είμεθα οι ένοχοι, που ωδηγήσαμε εκεί το Θεό. Και για μας όλα αυτά τα υπέστη, για τη δική μας αγάπη, για μας, που δεν είμασταν άξιοι να δεχθούμε αυτή τη θυσία Του! Περισσότερο δε από όλους τους ανθρώπους, εγώ είμαι ο αίτιος αυτής της θλιβερής καταστάσεως, που υπέμεινε ο Θεός επί της γης! Όταν θα πάμε στο Δικαστήριό Του, για να κριθούμε, θα μας δείξη την Άχραντο Κεφαλή Του με τις πληγές από το ακάνθινο στεφάνι, την πλευρά Του λογχευμένη, την πλάτη Του μαστιγωμένη, τα Άγια Χέρια και τα Πόδια Του τρυπημένα από τα καρφιά τα φοβερά του χαλκιά! Τί θα έχουμε τότε, να Του απαντήσουμε; Εμείς γι’ Αυτόν τί κάναμε; Πώς ανταποκριθήκαμε; Τί του αντιπροσφέραμε; Εγώ προσωπικά, το λέω για τον εαυτό μου. μηδέν. Μία σωρεία αμαρτημάτων προσφέρουμε. Να, η ανταπόδοσίς μας ποια είναι. Αντί του μάννα, χολή. Αυτός μας έδωσε το μάννα, τον εαυτό Του ολόκληρο κι εμείς Τον ποτίσαμε με την χολή των αμαρτιών μας. Αυτή είναι η «ευγνωμοσύνη» μας για τη Θεία Του Σταύρωση!

Η αγάπη αυτή του Θεού πρέπει όχι απλώς να μας συγκινή, αλλά να μας καταλάβει εξ ολοκλήρου και να μας αναμορφώση πνευματικά, ώστε να τη ζήσουμε εν πράξει, πρωτίστως μέσα στην καρδιά μας, με τη Χάρη Του, και εν συνεχεία κατ’ επέκτασιν με την αγάπη προς όλους τους ανθρώπους.

Όταν εγώ βλέπω τον Εσταυρωμένο γυμνό επάνω στον Σταυρό, όταν βλέπω πόσα υπέφερε από τους ανθρώπους ο Θεός ο αναμάρτητος, όταν βλέπω την αγάπη Του, την ευτέλεια, την ταπείνωσί Του και σκέπτομαι, ότι για μένα σταυρώθηκε από αγάπη, ότι συγχώρησε τους σταυρωτάς Του, ότι συγχώρησε τους αποστόλους, που Τον εγκατέλειψαν, ότι συγχώρησε την αχαριστία και την ασέβεια όλων των ανθρώπων, λέγοντας: «Πάτερ, άφες αυτοίς. ου γαρ οίδασι τί ποιούσι» (Λουκ. κγ’, 34), πώς εγώ δεν θα υπομείνω, εάν με ταπεινώσουν, εάν με ρεζιλέψουν, εάν με φτύσουν, εάν μου κάνουν ο,τιδήποτε; Άπαξ και είμαι μαθητής του Χριστού και είμαι βαπτισμένος στο Όνομά Του και θεωρούμαι παιδί Του και θα κληρονομήσω την Βασιλεία των ουρανών, είναι δυνατόν ποτέ να φανώ οκνηρός κι απάνθρωπος και να μη συγχωρήσω ό,τι ελαφρό μου έκανε ένας αδελφός μου; Ποτέ. Άρα κοιτάζοντας τον Εσταυρωμένο μέσα μου αλλάζω, μαλακώνει η καρδιά μου κι απλώνεται η αγάπη. Και μπορώ εκείνη τη στιγμή να τρέξω, να βάλω μετάνοια στον αδελφό μου, να τον αγκαλιάσω και να του πω: «Αδελφέ μου, συγχώρησέ με, που σου έκανα αυτό το πράγμα, κι αν μου έκανες κι εσύ κάτι, Θεός σχωρέσοι». Έτσι θεραπευόμεθα από τα δαγκώματα της αμαρτίας και των παθών, όταν ατενίζουμε στο Χριστό μας, τον Εσταυρωμένο.

Θα σας πω τώρα κάτι δικό μου: Ήμασταν στην έρημο. Κάποια μέρα μας έστειλε ο Γέροντας κάτω στη θάλασσα, να φορτωθούμε πράγματα, που ήταν πολύ βαρειά. Κι ήταν ανήφορος. Και ο ιδρώτας να πέφτει ποτάμι και τα πόδια μου πολύ κομμένα. Κόπος και μόχθος. Κι έρχεται ο διάβολος και μου λέει: «Κοίταξε, πού σε στέλνει ο Γέροντας να φορτώνεσαι, ενώ αυτός δεν φορτώνεται. και μόνο εσένα φόρτωσε κι εσύ είσαι άρρωστος. δεν έπρεπε να σε στείλη εσένα κάτω». Λέω: «Λάθος κάνεις στους λογαριασμούς σου. Ο Χριστός σήκωσε τον Σταυρό επάνω στους ώμους Του και Τον έβρισαν και Τον χλεύασαν και Τον κάρφωσαν και τον σταύρωσαν και δεν γόγγυσε προς τον ουράνιο Πατέρα, αλλά μόνον είπε: «Πάτερ μου, ει δυνατόν εστι, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο. πλην ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως Συ» (Ματθ. κστ’, 39). Εφ’ όσον το θέλημα του Γέροντα είναι αυτό, γενηθήτω το θέλημα του Γέροντα. Εγώ τουλάχιστον τώρα θα πάω ν’ αλλάξω φανέλλα, να φορέσω καθαρή φανέλλα, θα πάω να φάω και να κοιμηθώ στο κρεββάτι μου. Ο Χριστός «κοιμάται» επάνω στον Σταυρό, κι εγώ τολμώ κιόλας να μιλήσω!». Κοιτάζοντας λοιπόν τον Εσταυρωμένο αντέκρουσα εγώ το φίδι αυτό, το οποίο ήρθε να με δαγκώσει και να με κάνει να κατακρίνω τον Γέροντα, να τον ταπεινώσω, να τον εξευτελίσω μέσα μου και να του βγάλω γλώσσα. Με το να κοιτάξω τον Εσταυρωμένο, αμέσως σκότωσα το φίδι, με τη Χάρι τη δική Του, και με την ευχή του φύλακος αγγέλου και του Γέροντος. Έτσι γλύτωσα από τη δηλητηρίαση της οχιάς, αυτής της κακής συμβουλής του δαίμονος. Έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις προσβολές των δαιμόνων, κοιτάζοντας τον Χριστό μας τον Εσταυρωμένο.
Όταν καθ’ ησυχίαν ο άνθρωπος, όχι μέσα σε σύναξι κόσμου, αλλά μέσα στην ησυχία του κελλιού του, εν ώρα προσευχής, παρακολουθήση όλη αυτή τη σειρά και τις φάσεις της Σταυρώσεως και τον επισκιά¬ση η Χάρις του Χριστού, γίνεται εκτός εαυτού! Ζη μία κατάστασι πραγματικότητος και τότε δεν μένει τίποτε άλλο, παρά τα μάτια του να γίνωνται δυο βρύσες από δάκρυα μετανοίας, πόνου και συμπόνοιας για τη σταυρική αυτή Θυσία του Χριστού μας.

Μετά τη Σταύρωση, εν συνεχεία τι ακολούθησε; Η Ανάστασις. Άρα και για όποιον σταυρώση τα πάθη του και τα νεκρώση με τη νέκρωση του Χριστού, θα ακολουθήσει και η ανάστασις της ψυχής του. Ξέρετε τι θα πει ανάστασις; Εάν ο Χριστός σταλάξει στην καρδιά ένα ελάχιστο μόριο αναστάσιμης χαράς, εάν δώσει ο Θεός και τη γευθεί ο άνθρωπος, αισθάνεται πραγματικά τον Παράδεισο με όλη τη σημασία της λέξεως, στην καρδιά του! Όπως είπε ο Χριστός: «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστι» (Λουκ. ιζ’, 21). Και πότε θα το νοιώσω αυτό; Πότε θ’ αναστηθώ; Όταν θα σηκώσω τον σταυρό. Όταν πάθω κι εγώ ό,τι έπαθε κι Αυτός, τότε θα γνωρίσω κι εγώ την Ανάστασι τη δική Του.

«Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησούν τον μόνον αναμάρτητον». Τί λέμε, ότι είδαμε την Ανάσταση; Μα, πώς την είδαμε την Ανάσταση; Την Ανάσταση τη γνωρίζει κανείς μόνο μέσα στην καρδιά του, όταν νοιώσει αναστάσιμο τον Χριστό πραγματικά και όλη τη Βασιλεία Του μέσα του. Και τότε ο άνθρωπος γίνεται εντελώς ξένος προς τον κόσμο. Τα του κόσμου δεν τον ενδιαφέρουν. Περπατάει στη γη και ο νους του και η καρδιά του είναι στον ουρανό. Βλέπουμε τους ασκητάς, που πέρασαν τόσες κακουχίες, νηστείες, αγρυπνίες, αρρώστειες, χωρίς να έχουν φάρμακα και γιατρούς κ.λπ. Κι όλον αυτόν τον κόπο, της ασκήσεως, όλον αυτόν τον πόνο, πώς τα αντιμετώπιζαν; Μελετούσαν τη Σταύρωση και δια της θεωρίας μεταφερόντουσαν στον ουρανό και έλεγαν: «Αυτά εδώ είναι λίγα μπροστά σ’ εκείνα τα επάνω τα ουράνια!». Και πολλοί άγιοι μάρτυρες, πολλοί στρατιώτες του Χριστού από τη μελέτη αυτή ένοιωσαν πολύ θείο έρωτα κι αντιμετώπισαν τους τυράννους κι αξιώθηκαν μαρτυρικού στεφάνου. Και οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες τί έλεγαν; «Είναι παγωμένη η λίμνη, αλλά ζεστός και γλυκύς ο Παράδεισος!».

Τα βάσανα της παρούσης ζωής είναι πρόσκαιρα, η χαρά όμως και η απόλαυσις αιώνια. Όλοι έχουμε πειρασμούς, όλοι έχουμε θλίψεις, στενοχώριες, το ένα, το άλλο. Δεν υπάρχει κεφαλή χωρίς πόνο και καρδιά χωρίς στενοχώρια. Όταν όμως τα υπομένουμε όλα αυτά για την αγάπη του Χριστού με καρτερία και ταπείνωσι, αξιωνόμεθα δι’ αυτών της Βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει τους πειρασμούς και τις θλίψεις, για να έχουμε λόγο δικαιοσύνης και να ζητήσουμε ανάπαυσι στον ουρανό.

Θα μας χρειαστή αυτή η μελέτη και τώρα κι αργότερα περισσότερο. Γιατί; Γιατί μας περιμένουν πολλά κακά, ημέρες δύσκολες και χαλεπές. Και τότε θα θριαμβεύσει ο Εσταυρωμένος Χριστός σε όποιον θα Τον αγκαλιάσει και θα αγκαλιάσει το Πάθος Του με πίστη και αγάπη. Πώς είναι δυνατόν ένας μελετητής του Πάθους και της αγάπης του Χριστού να μη Τον ομολογήση και να μη θυσιάση τον εαυτό του; Ποιος θα Τον αρνηθή; Θα Τον αρνηθή εκείνος, που θα αρνηθή αυτή τη μελέτη. Κατά την Αποκάλυψι του Ιωάννου και κατά τις προφητείες των Αγίων αναμένουμε τον Αντίχριστο. Και καλώς να έρθει. Διότι θα έρθη για να κάνει τεστ, να δοκιμάσει τους ανθρώπους κατά πόσον πιστεύουν θετικά στο Χριστό. Η άθλησις θα είναι επάνω στην πίστη της θεότητος του Χριστού μας. Πολλοί άνθρωποι του Θεού ομιλούν για τον Αντίχριστο με αγαθή προαίρεση, με αγαθό σκοπό για να ωφελήσουν. Διίστανται όμως οι γνώμες, διότι κανείς δεν μπορεί να μιλήση συγκεκριμένα και θετικά….

Όταν μέλλη να έρθη ο Αντίχριστος, η ανθρωπότητα πρέπει να ευρίσκεται στην πιο χειρότερη κατάσταση.

Ας φροντίσουμε λοιπόν να μελετούμε τη Σταύρωσι του Χριστού, να κάνουμε θεωρία γύρω απ’ αυτήν, να τη ζούμε μέσα μας, για να μπορέσουμε σιγά-σιγά να απαλλαγούμε από τα δαγκώματα της αμαρτίας. Κι έτσι, αφού θεραπευθούμε με το Αίμα του Χριστού, να προετοιμαζώμεθα για να δώσουμε την τελική μάχη, που θα μας εισαγάγη στη Βασιλεία Του. Αμήν.

* Πολλά μας θλίβουν, πλην μακάριος είναι εκείνος ο οποίος με υπομονή και ευχαριστία διέρχεται τα θλιβερά της πρόσκαιρης ζωής.loop